Βιωσιμότητα
O Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2088 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2019, περί γνωστοποιήσεων αειφορίας στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών (γνωστός ως “Sustainable Finance Disclosure Regulation” –“SFDR”) αποσκοπεί στην ενσωμάτωση των κινδύνων βιωσιμότητας, την εκτίμηση των δυσμενών επιπτώσεων στη βιωσιμότητα και την προώθηση περιβαλλοντικών ή κοινωνικών χαρακτηριστικών, καθώς και τις αειφόρες επενδύσεις.
Η CISCO γνωρίζει τα βασικά στοιχεία που περιλαμβάνουν τις Πρωτοβουλίες Περιβάλλοντος, Κοινωνικής και Διακυβέρνησης (“ESG”) της ΕΕ και συγκεκριμένα τη θέσπιση ενός πλαισίου για τη διευκόλυνση των βιώσιμων επενδύσεων («ΤΑΞΟΝΟΜΙΑ») και τις απαιτήσεις γνωστοποίησης που απαιτούνται σύμφωνα με τον Κανονισμό για τη Δημοσίευση των Βιώσιμων Οικονομικών (“SFDR”). Από την άποψη αυτή, η Εταιρεία βρίσκεται σε μεταβατική φάση, τροποποιώντας τις επενδυτικές της πολιτικές, προκειμένου να ενσωματώσει διαδικασίες που λαμβάνουν υπόψη τους κινδύνους και τις επιπτώσεις της αειφόρου ανάπτυξης και να ενσωματώσει στις διαδικασίες λήψης αποφάσεών της, κριτήρια που ικανοποιούν ανθρώπινα, κοινωνικά, οικονομικά, κυβερνητικά και περιβαλλοντικά θέματα και ανησυχίες κατά τον εντοπισμό επενδυτικών λύσεων που προσφέρονται στους πελάτες.
Επί του παρόντος, το Τμήμα Διαχείρισης Κεφαλαίων επενδύει κυρίως σε κεφάλαια ΟΣΕΚΑ, μερικά από τα οποία λαμβάνουν υπόψη περιβαλλοντικά και κοινωνικά κριτήρια. Μόλις ολοκληρωθεί αυτή η αναθεώρηση και επανεξεταστούν όλες οι πτυχές, η Εταιρεία θα λάβει υπόψη τα κριτήρια της ΕΕ για περιβαλλοντικά βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες.
Μη εξέταση των δυσμενών επιπτώσεων των επενδυτικών αποφάσεων στους παράγοντες αειφορίας
Δήλωση μη Εξέτασης των Δυσμενών Επιπτώσεων των Επενδυτικών αποφάσεων στους Παράγοντες Αειφορίας
Η CISCO δεν λαμβάνει υπόψη τις κύριες δυσμενείς επιπτώσεις των επενδυτικών αποφάσεών της στους παράγοντες βιωσιμότητας με τον τρόπο που ορίζεται στο άρθρο 4 του κανονισμού περί γνωστοποιήσεων αειφορίας στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.
Το άρθρο 4 του κανονισμού για την βιώσιμη ανάπτυξη, απαιτεί από τους συμμετέχοντες χρηματοπιστωτικών αγορών να κάνουν μια σαφή δήλωση σχετικά με το εάν λαμβάνουν ή όχι υπόψη τις «κύριες δυσμενείς επιπτώσεις» των επενδυτικών αποφάσεων σε παράγοντες βιωσιμότητας. Παρόλο που η CISCO λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη τη βιώσιμη ανάπτυξη, σημειώνεται ότι ορισμένες από τις επενδυτικές της στρατηγικές δεν μπορούν προς το παρόν
να υποστηρίξουν την υιοθέτηση του καθεστώτος δυσμενών επιπτώσεων στο πλαίσιο της SFDR, δεδομένου ότι αυτές οι στρατηγικές περιλαμβάνουν κυρίως επενδύσεις σε αμοιβαία κεφάλαια, όπου συχνά δεν είναι δυνατόν να διεξαχθεί λεπτομερής έλεγχος σχετικά με τις κύριες δυσμενείς επιπτώσεις των επενδύσεών μας στους παράγοντες βιωσιμότητας.
Η Εταιρεία θα διατηρήσει την απόφασή της να μην συμμορφωθεί με την εξέταση των κύριων δυσμενών επιπτώσεων υπό τακτική επανεξέταση και θα επανεξετάσει επισήμως την απόφαση τουλάχιστον ετησίως.